Η αγορά ακινήτου αποτελεί σημαντική απόφαση με ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς το τίμημα αγοράς συνίσταται συνήθως σε αρκετές χιλιάδες ευρώ και για το λόγο αυτό απαιτείται η μέγιστη δυνατή προσοχή και τήρηση των απαιτούμενων διατυπώσεων.

Έχει παρατηρηθεί συχνά , ορισμένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στην ανέγερση και πώληση κατοικιών προς το σκοπό επίτευξης του μέγιστου δυνατού κέρδους στον ελάχιστο δυνατό χρόνο, να αποκρύπτουν ιδιότητες και κρίσιμες πληροφορίες στους υποψήφιους αγοραστές.

Η συνδρομή εξειδικευμένων δικηγόρων και αδειούχου κτηματομεσίτη κρίνεται στο στάδιο αναζήτησης για αγορά ακινήτου απαραίτητη. Μόνο ένας ολοκληρωμένος νομικός έλεγχος του προς πώληση ακινήτου θα απαλλάξει τον αγοραστή από δυσάρεστες και δυσχερώς ή και μη αναστρέψιμες συνέπειες, όταν το πωληθέν ακίνητο αποδειχθεί προβληματικό.

Η έλλειψη πολεοδομικής άδειας, άδειας οικοδομής, η συσσώρευση χρεών επί του ακινήτου, η ύπαρξη ανεξόφλητων υποθηκών είναι τα συχνότερα προβλήματα που προκύπτουν σε ακίνητα.

Δεν είναι τυχαίο ότι σε πολλές περιπτώσεις η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή εξέδωσε διοικητικές αποφάσεις προστίμων αρκετών χιλιάδων ευρώ εναντίον εταιρειών ανάπτυξης γης και οικοδομών για παράβαση του περί των Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών των Επιχειρήσεων προς τους Καταναλωτές Νόμου του 2007 (Ν.103(I)/2007).

Οι αποφάσεις αυτές αφορούν σε εμπορικές πρακτικές, τις οποίες χρησιμοποιούν εταιρείες κατά την πώληση ακίνητης ιδιοκτησίας  αποκρύπτοντας από τους καταναλωτές ουσιώδεις πληροφορίες τις οποίες, εάν γνώριζαν, δεν θα προχωρούσαν στην υπογραφή της σύμβασης αγοραπωλησίας.

Αναμφισβήτητα η παραβίαση της σχετικής νομοθεσίας επιφυλάσσει το δικαίωμα στον αγοραστή να διεκδικήσει διά της νομικής οδού αποζημιώσεις κατά της πωλήτριας εταιρείας, ωστόσο ο προληπτικός νομικός έλεγχος πριν την υπογραφή του συμβολαίου, εξασφαλίζει τη θέση του υποψήφιου αγοραστή και τον απαλλάσσει από περαιτέρω δαπάνη χρόνου και χρήματος.
ΠΗΓΗ DP PAW